μετασχολικός


μετασχολικός
Προφορά

Ετυμολογία
μετασχολικός μετά + σχολικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ μετασχολικός -ή, -ό

✦ ο μετά τη φοίτηση σε σχολείο: μετασχολική ηλικία – αγωγή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.