μετασχηματισμός
Προφορά
Ετυμολογία
μετασχηματισμός μεταγενέστερη ελληνική μετασχηματισμός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο μετασχηματισμός
✦ μεταβολή της μορφής, του σχήματος
✦ η μεταβολή της δομής μιας κοινωνίας: σοσιαλιστικός μετασχηματισμός
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–