μεταπλαστός


μεταπλαστός
Προφορά

Ετυμολογία
μεταπλαστός μεταπλάσσω

Ερμηνεία
επίθετο┘ μεταπλαστός -ή, -ό

✦ που επιδέχεται μετάπλαση
✦ (γραμμ.) τα μεταπλαστά ως ουσ., ονόματα που το θέμα τους μεταβάλλεται στις διάφορες πτώσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.