μερεμέτι


μερεμέτι
Προφορά

Ετυμολογία
μερεμέτι └τουρκ┘meremet

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μερεμέτι

✦ επισκευή ιδ. σε οικοδομή
(μτφ. ) επίπληξη, ξυλοδαρμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.