μειξοπαρθένα


μειξοπαρθένα
Προφορά

Ετυμολογία
μειξοπαρθένα αρχαία ελληνική μειξοπάρθενος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μειξοπαρθένα

✦ νέα κοπέλα που ενώ διατηρεί την παρθενία της ικανοποιείται σεξουαλικά με άλλους τρόπους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.