μεθαυριανός


μεθαυριανός
Προφορά

Ετυμολογία
μεθαυριανός μεθαύριο

Ερμηνεία
επίθετο┘ μεθαυριανός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στη μεθαύριον, που πρόκειται να υπάρξει, να γίνει μεθαύριο: η μεθαυριανή αργία – γιορτή – ο μεθαυριανός καιρός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.