μαϊμουδίζω


μαϊμουδίζω
Προφορά

Ετυμολογία
μαϊμουδίζω πληθ. μαϊμούδες

Ερμηνεία
ρήμα μαϊμουδίζω

✦ κάνω σαν τη μαϊμού, έχω τρόπους ή πονηριά μαϊμούς
(μτφ. ) μιμούμαι με τρόπο γελοίο: η Αθήνα από τότε μαϊμούδιζε τις ξένες πρωτεύουσες (Μ. Κουμανταρέας)

Συνώνυμα
πιθηκίζω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.