ματρόνα


ματρόνα
Προφορά

Ετυμολογία
ματρόνα └λατιν┘ matrona (= δέσποινα)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ματρόνα

✦ οικοδέσποινα
✦ (κυρ.) ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής, η μαντάμ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.