ματιέρα
Προφορά
Ετυμολογία
ματιέρα └γαλλ┘ matiere = ύλη
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ματιέρα
✦ το υλικό από το οποίο αποτελείται ένα έργο τέχνης, η ύλη που κατεργάζεται ο καλλιτέχνης για να δημιουργήσει ένα έργο τέχνης: απόδοση του υλικού, της ματιέρας, όπως λένε, των αντικειμένων (Χατζηκυριάκος-Γκίκας)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–