μαστορεύω


μαστορεύω
Προφορά

Ετυμολογία
μαστορεύω μάστορας

Ερμηνεία
ρήμα μαστορεύω

✦ κατασκευάζω ή επιδιορθώνω κάτι
✦ φτιάχνω κάτι με τέχνη, με επιδεξιότητα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.