μαρτίνι


μαρτίνι
Προφορά

Ετυμολογία
μαρτίνι Μάρτιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μαρτίνι

✦ οικόσιτο αρνί, θρεφτάρι: τόσα γιδοπρόβατα: τόσα γαλάρια… τόσα ζυγούρια, τόσα μαρτίνια (Κ. Βάρναλης)
✦ (F. Martini, όν. Αυστριακού μηχανικού και αξιωματικού, που παρουσίασε στην Αγγλία αυτόν τον τύπο όπλου) είδος τουφεκιού: πεταχτήκαν ξαφνικά μπροστά του καμιά δεκαπενταριά… με σταυρωτά φισεκλίκια, με τα μαρτίνια στο χέρι (Ηλ. Βενέζης) – ο άντρας σήκωσε ένα εγγλέζικο μαρτίνι (Π. Πρεβελάκης)
✦ (εμπορ. επωνυμ. από τον οίκο Martini et Rossi) είδος αλκοολούχου ποτού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.