μαρμαρόστρωτος


μαρμαρόστρωτος
Προφορά

Ετυμολογία
μαρμαρόστρωτος μάρμαρον + στρώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ μαρμαρόστρωτος -η, -ο

✦ ο στρωμένος με μάρμαρα, που έχει δάπεδο μαρμάρινο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.