μαρκαλίζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μαρκαλίζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μαρκαλίζω.mp3Ετυμολογίαμαρκαλίζω └αλβαν┘ marrkal (= παίρνω άλογο) Ερμηνεία μαρκαλίζω ✦ -άς, -ά κ. μαρκαλίζω ρ. (μαρκάλισα) (για τράγους και κριάρια) οχεύω, βατεύω Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–