μαμμόθρεφτος


μαμμόθρεφτος
Προφορά

Ετυμολογία
μαμμόθρεφτος μεταγενέστερη ελληνική μαμμόθρεπτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ μαμμόθρεφτος -η, -ο

✦ ο αναθρεμμένος με καλοπέραση και χάδια
(μτφ. ) κακομαθημένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.