μακροβούτι
Προφορά
Ετυμολογία
μακροβούτι μακρός + βουτώ
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το μακροβούτι
✦ βουτιά και κολύμπι κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας
✦ (μτφ. ) αδίστακτη ενέργεια, ιδ. για την επίτευξη αθέμιτου σκοπού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–