μακαράς
Προφορά
Ετυμολογία
μακαράς └τουρκ┘makara (= τροχαλία)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο μακαράς
✦ τροχαλία: κάθε πρωί τον ανεβάζαν με το μακαρά, δεμένον από τη ζώνη, και τον κατεβάζανε σα νύχτωνε (Π. Πρεβελάκης)
✦ κουβαρίστρα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–