μήλη


μήλη
Προφορά

Ετυμολογία
μήλη αρχαία ελληνική μήλη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μήλη

✦ χειρουργικό εργαλείο που χρησιμεύει για την εξέταση φυσικών ή τραυματικών κοιλοτήτων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.