λόγιος


λόγιος
Προφορά

Ετυμολογία
λόγιος αρχαία ελληνική λόγιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ λόγιος -ια, -ιο

✦ μορφωμένος, καλλιεργημένος
✦ (ειδ.) ο ασχολούμενος με τα γράμματα, λογοτέχνης ή μελετητής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.