λοξίας


λοξίας
Προφορά

Ετυμολογία
λοξίας αρχαία ελληνική λοξίας

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο λοξίας

✦ άνθρωπος ιδιότροπος, που έχει λόξες
✦ ως επίθ. του θεού Απόλλωνα λόγω της διφορούμενης σημασίας των χρησμών του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.