λοκατζής


λοκατζής
Προφορά

Ετυμολογία
λοκατζής Λ.Ο.Κ. (= Λόχος Ορεινών Καταδρομών)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο λοκατζής

✦ ο στρατιώτης που ανήκει στο λόχο ορεινών καταδρομών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.