λοκαντιέρα


λοκαντιέρα
Προφορά

Ετυμολογία
λοκαντιέρα λοκάντα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο λοκαντιέρα

✦ θηλ. λοκαντιέρα ιδιοκτήτης, διευθυντής ή υπάλληλος εστιατορίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.