λοιμοκαθαρτήριο


λοιμοκαθαρτήριο
Προφορά

Ετυμολογία
λοιμοκαθαρτήριο λοιμός + καθαρτήριον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το λοιμοκαθαρτήριο

✦ χώρος απόμερος, προορισμένος για υγειονομική κάθαρση πλοίων και ταξιδιωτών που προέρχονται από χώρες όπου έχει εκδηλωθεί επιδημία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.