λοίμωξη Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λοίμωξηΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λοίμωξη.mp3Ετυμολογίαλοίμωξη μεταγενέστερη ελληνική ρ. λοιμώσσω Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η λοίμωξη ✦ νοσηρή κατάσταση που προκαλείται από την εισβολή στον οργανισμό παθογόνων μικροβίων Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–