λιποπρωτεΐνη


λιποπρωτεΐνη
Προφορά

Ετυμολογία
λιποπρωτεΐνη └αγγλ┘lipoprotein – └γαλλ┘ lipoprotéine

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η λιποπρωτεΐνη

✦ εύχρ. ιδ. στον πληθ. λιποπρωτεΐνες, ουσίες που αποτελούνται από λιποειδή και πρωτεΐνες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.