λιοπύρι


λιοπύρι
Προφορά

Ετυμολογία
λιοπύρι ηλιοπύρι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το λιοπύρι

✦ καύσωνας: μεγαλόσωμοι άνδρες, ψημένοι απ’ τα λιοπύρια και το μόχτο (Διδώ Σωτηρίου)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.