λιγόχρονος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λιγόχρονοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λιγόχρονος.mp3Ετυμολογίαλιγόχρονος μεταγενέστερη ελληνική ὀλιγόχρονος Ερμηνεία λιγόχρονος ✦ κ. λιγόχρονος, -η, -ο επίθ. (Κ ολιγόχρονος, -ος, -ον) ο μικρής διάρκειας, ολιγοχρόνιος Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–