λιβανίζω


λιβανίζω
Προφορά

Ετυμολογία
λιβανίζω μεταγενέστερη ελληνική λιβανίζω

Ερμηνεία
ρήμα λιβανίζω

✦ καίω λιβάνι, θυμιατίζω
(μτφ. ) κολακεύω, εγκωμιάζω με τρόπο ευτελή: συνήθειά του να λιβανίζει τους ισχυρούς της ημέρας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.