λευκωματοειδής


λευκωματοειδής
Προφορά

Ετυμολογία
λευκωματοειδής λεύκωμα + είδος

Ερμηνεία
επίθετο┘ λευκωματοειδής -ής, -ές

✦ που έχει όμοια με το λεύκωμα σύσταση: λευκωματοειδείς ουσίες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.