λευκάζω


λευκάζω
Προφορά

Ετυμολογία
λευκάζω μεσαιωνική ελληνική λευκάζω

Ερμηνεία
ρήμα λευκάζω

✦ φαίνομαι λευκός, ασπροβολώ: ως όστρακον λευκάζον εις τον βυθόν θαλάσσης (Ι. Καρασούτσας)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.