λεσβιασμός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λεσβιασμόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λεσβιασμός.mp3Ετυμολογίαλεσβιασμός λεσβιάζω Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο λεσβιασμός ✦ ερωτική έλξη και ικανοποίηση μεταξύ γυναικών, ομοφυλοφιλία ανάμεσα σε γυναίκες Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–