λεπτούργημα


λεπτούργημα
Προφορά

Ετυμολογία
λεπτούργημα αρχαία ελληνική λεπτουργῶ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το λεπτούργημα

✦ αντικείμενο ιδ., από ξύλο, δουλεμένο με πολλή τέχνη

Συνώνυμα
κομψοτέχνημα, λεπτοτέχνημα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.