λεμφοκυτογόνος


λεμφοκυτογόνος
Προφορά

Ετυμολογία
λεμφοκυτογόνος λέμφος + └διεθν┘λ. cyte (

Ερμηνεία
επίθετο┘ λεμφοκυτογόνος -ος, -ο

✦ που παράγει λεμφοκύτταρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.