λεμονόκουπα


λεμονόκουπα
Προφορά

Ετυμολογία
λεμονόκουπα λεμόνι + κούπα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η λεμονόκουπα

✦ μισό λεμόνι μετά το στύψιμο
✦ φρ. τον πήραν με τις λεμονόκουπες, τον αποδοκίμασαν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.