λασπιάζω


λασπιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
λασπιάζω λάσπη

Ερμηνεία
ρήμα λασπιάζω

✦ (για φαγητά) γίνομαι πολτώδης: λασπιάσανε τα μακαρόνια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.