λαντζιέρης Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λαντζιέρηςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λαντζιέρης.mp3Ετυμολογίαλαντζιέρης λάντζα Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο λαντζιέρης ✦ θηλ. λαντζιέρα κ. -ιέρισσα βοηθός μαγειρείου που πλένει τα πιατικά Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–