λανάρισμα


λανάρισμα
Προφορά

Ετυμολογία
λανάρισμα λαναρίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το λανάρισμα

✦ το ξάσιμο του μαλλιού με το λανάρι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.