λαβείν


λαβείν
Προφορά

Ετυμολογία
λαβείν απρμ. αορ. του ρήματος λαμβάνω

Ερμηνεία
λαβείν

✦ (σε εμπορικούς λογαριασμούς και λογιστικά βιβλία) πίστωση
✦ φρ. δούναι και λαβείν, συναλλαγή: είναι κακόπιστος και δε θέλω να ‘χω δούναι και λαβείν μαζί του

Συνώνυμα
(το) (σε εμπορικούς λογαριασμούς και λογιστικά βιβλία) πίστωση | φρ. δούναι και λαβείν, συναλλαγή: είναι κακόπιστος και δε θέλω να ‘χω δούναι και λαβείν μαζί του
Αντίθετα
δούναι (= χρέωση)
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.