λάβα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λάβαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λάβα.mp3Ετυμολογίαλάβα └ιταλ┘lava (= πλημμύρα) Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η λάβα ✦ διάπυρη ρευστή ύλη που χύνεται από τα έγκατα στην επιφάνεια της γης κατά τις ηφαιστειακές εκρήξεις Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–