κύρωση


κύρωση
Προφορά

Ετυμολογία
κύρωση αρχαία ελληνική κύρωσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κύρωση

✦ η πρόσδοση κύρους, επικύρωση
✦ ποινή, τιμωρία
✦ επαχθής όρος σε συνθήκη, συμφωνία κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα
ακύρωση
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.