κόχλασμα


κόχλασμα
Προφορά

Ετυμολογία
κόχλασμα κοχλάζω

Ερμηνεία
κόχλασμα

✦ το να αναταράζεται υγρό από το βρασμό
(μτφ. ) αναβρασμός από θυμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.