κόπανο


κόπανο
Προφορά

Ετυμολογία
κόπανο μεταγενέστερη ελληνική κόπανος

Ερμηνεία
κόπανο

✦ ξύλο για το χτύπημα των ρούχων στην πλύση
✦ το γουδοχέρι
✦ εργαλείο για την ισοπέδωση του εδάφους
(μτφ. ) άνθρωπος άξεστος ή περιορισμένης αντιλήψεως

Συνώνυμα
στειλιάρι
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.