κόλληση


κόλληση
Προφορά

Ετυμολογία
κόλληση κολλώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κόλληση

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του κολλώ, ένωση με κολλητική ουσία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.