κωμωδία


κωμωδία
Προφορά

Ετυμολογία
κωμωδία αρχαία ελληνική κωμωδία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κωμωδία

✦ θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο, που προκαλεί το γέλιο με την προβολή, τον σατιρισμό γελοίων προσώπων ή καταστάσεων
✦ το σχετικό φιλολογικό είδος και το σύνολο των έργων του είδους: η αττική κωμωδία
(μτφ. ) γεγονός, κατάσταση που προκαλεί γέλιο ή που ενέχει εμπαιγμό: κάποτε έπρεπε να τελειώσει αυτή η κωμωδία – η κωμωδία της ζωής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.