κωλοχανείο


κωλοχανείο
Προφορά

Ετυμολογία
κωλοχανείο κωλο- + └τουρκ┘hane (= σπίτι)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κωλοχανείο

✦ η λ. για να χαρακτηρίσει χώρο (κατάστημα, υπηρεσία κτλ.) όπου επικρατεί αταξία και ασυδοσία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.