κυρός
Προφορά
Ετυμολογία
κυρός μεσαιωνική ελληνική κυρός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο κυρός
✦ στο Βυζάντιο, η λ. ως προσηγορία προσώπων ανώτερης κοινωνικής τάξεως
✦ (εκκλ.) προσηγορία πατριάρχη ή μητροπολίτη που απεβίωσε
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–