κτηνοτροφικός


κτηνοτροφικός
Προφορά

Ετυμολογία
κτηνοτροφικός κτηνοτρόφος

Ερμηνεία
επίθετο┘ κτηνοτροφικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με την κτηνοτροφία και τον κτηνοτρόφο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
κτηνοτροφικά (Κ κτηνοτροφικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.