κροκοειδής


κροκοειδής
Προφορά

Ετυμολογία
κροκοειδής αρχαία ελληνική κροκοειδής

Ερμηνεία
επίθετο┘ κροκοειδής -ής, -ές

✦ ο όμοιος με κρόκο ή που έχει το χρώμα του κρόκου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.