κροκάτος


κροκάτος
Προφορά

Ετυμολογία
κροκάτος κρόκος

Ερμηνεία
επίθετο┘ κροκάτος -η, -ο

✦ που έχει το χρώμα του κρόκου: ω της αυγής κροκάτη γάζα, γαρούφαλα του δειλινού (Κ. Βάρναλης) – η κορυφογραμμή… λάμπει ακόμη μέσα σ’ ένα κροκάτο φως (Γ. Σεφέρης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.