κριθαρίσιος


κριθαρίσιος
Προφορά

Ετυμολογία
κριθαρίσιος κριθάρι

Ερμηνεία
κριθαρίσιος

✦ -ια, -ο επίθ. κριθαρένιος (βλ. λ.) : κριθαρίσιο ψωμί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.