κρητικός


κρητικός
Προφορά

Ετυμολογία
κρητικός αρχαία ελληνική κρητικός

Ερμηνεία
κρητικός

✦ -ή, -ό κ. -ιά, -ό επίθ. (Κ -ή, -όν) ο της Κρήτης, ο προερχόμενος από την Κρήτη
✦ αρσ. και θηλ. Κρητικός, -ιά, ο κάτοικος της Κρήτης, ο καταγόμενος από την Κρήτη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.